slider

Νεστόριο Απο Ψηλά Νεστόριο - River Party Νεστόριο Νεστόριο με Φόντο το Κάστρο Νεστόριο 1960

Ήθη και Έθιμα

Τα έθιμα

Η λέξη έθιμο σημαίνει κάθε πράξη ή ενέργεια του ανθρώπου με τις οποίες εκδηλώνεται και κανονίζεται η ζωή του μέσα στην κοινωνία που είναι ενταγμένος.Με απλά λόγια έθιμο είναι το συνήθιο.
Χαρακτηριστικά των εθίμων είναι η σταθερότητα των ανθρώπων σε αυτά, πράγμα που συντελεί στο να κρατούνται και επαναλαμβάνονται, καθώς και ο ομαδικός χαρακτήρας τους, γιατί σε αυτά μετέχουν μικροί και μεγάλοι, όλοι δηλαδή οι κάτοικοι της κοινωνίας.
Τα έθιμα και οι παραδόσεις προσδιορίζουν και δίνουν ταυτότητα στον τόπο, όπου εφαρμόζονται και κρατούνται, γιατί είναι οι συνδετικοί κρίκοι της αλυσίδας που δένει το παρόν με το παρελθόν.
Στο Νεστόριο τα έθιμα κάθε γιορτής και μέρας τηρήθηκαν και έφτασαν μέχρι τις μέρες μας.Έχουν τις ρίζες τους στις θεμελιώδεις εκδηλώσεις της ανθρώπινης ζωής.Είναι επηρεασμένα από τον τόπο και τις ανάγκες των ανθρώπων, τις προγονικές αντιλήψεις και το θρησκευτικό συναίσθημα, τον τρόπο που τα εκδήλωναν οι παλιοί και τα εισέπρατταν οι νέοι, αλλά και από τη κοινωνική οργάνωση και τους δεσμούς των κατοίκων.Διαμορφώθηκαν, διατηρήθηκαν και εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι σήμερα.
Θα αναφερθώ με λίγα λόγια παρακάτω σε έθιμα που συνδέονται κυρίως με τις μεγάλες θρησκευτικες εορτές.


Τα Χριστούγεννα

Τα Χριστούγεννα, μία καθαρά θρησκευτική γιορτή έδινε στους χωριανούς τη δυνατότητα να εκκλησιαστούν για να γιορτάσουν τη Γέννηση του Θεανθρώπου.
Τις ετοιμασίες για την εορτή τις ξεκίναγαν λίγες μέρες πριν, με το σφάξιμο του χοίρου, που εξασφάλιζε το κρέας και το λίπος.Αυτή ήταν δουλειά των ανδρών.Οι νοικοκυρές με τη σειρά τους ζύμωναν μικρά στρόγγυλα κουλου-ράκια,άγλυκα, που τα κράταγαν στο κατώι για να τα μοιράσουν ανήμερα των Χριστουγέννων στα παιδιά, που θα έλεγαν τα κάλαντα μαζί με τα καρύδια, τα φουντούκια και τα κάστανα.
Τα ξημερώματα πήγαιναν στην εκκλησία παρά τις πολύ δύσκολες καιρικές συνθήκες λόγω του χειμώνα, που ήταν βαρύς, ντυμένοι με τα χοντρά υφαντά τους ρούχα.Αυτό που ενδιέφερε ειδικά τούτη την εποχή ήταν η αντιμετώπιση του κρύου και όχι η πολυτέλεια της φορεσιάς.
Το πρωί, ανήμερα της γιορτής, τα παιδιά χωρισμένα σε ομάδες δύο έως πέντε ατόμων έλεγαν τα κάλαντα.
Στο απώτερο παρελθόν τα
«Κόλεντα μπάμπω,
μέλεντα μπάμπω…
τρεις χιλιάδες πρόβατα, 
πεντακοσια γίδια....κλπ» 
και αργότερα:
«Καλήν ημέρα άρχοντες, 
αν είναι ορισμός σας, 
Χριστού τη θεία γέννηση 
να ειπώ στο αρχοντικό σας...»

Ανάγγελλαν με τον τρόπο αυτό τη Γέννηση του Θεανθρώπου, που συντελέστηκε ταπεινά σε μία φάτνη με σκοπό να σώσει τον άνθρωπο από το Προπατορικό αμάρτημα.Δεν μπορούσαν να συλλάβουν βέβαια το μεγάλο και βαθύ νόημα του γεγονότος.Όμως σαν εικόνα η Γέννηση του Ιησού στην φάτνη ήταν σε όλους ιδιαίτερα οικεία. «Όλοι είχαν στάβλο και ζωντανά στο σπίτι τους.Και ένοιωθαν, ο καθένας για τον εαυτό του, το μυστήριο να συντελείται στην φάτνη του στάβλου του, με τα ζώα τους να τον ζεσταίνουν με τις ανάσες τους, καθώς η Παναγία τον είχε αποθέσει μέσα στο παχνί πάνω στο άχυρο , που υπήρχε άφθονο και πρόσφερε επί πλέον τη ζεστασιά, το χρυσαφένιο του χρώμα και τη μυρουδιά του».
Στα σπίτια νοικοκυρές έπρεπε να μαγειρέψουν και στη συνέχεια στο μεσημεριανό τραπέζι να γευτούν όλοι μαζί το κρέας του χοίρου και τις άλλες νοστιμιές μετά από τη νηστεία της Σαρακοστής.Το βράδυ επισκέπτονταν συγγενείς και φίλους που γιόρταζαν τη μέρα αυτή.Στις γιορτές προσφέρονταν γλυκιά πίτα τυλιχτή, μεζέδες και κρασί ή τσίπουρο.Η γιορτή ολοκληρώνονταν με τραγούδια του τόπου, πολυφωνικά.

Πρωτοχρονιά

Η μεγάλη γιορτή όμως στο Νεστόριο, που εκτός από θρησκευτικό, είχε καθαρά ψυχαγωγικό χαρακτήρα ήταν η Πρωτοχρονιά με τα Καρναβάλια που γιορτάζονταν την 1η και τη 2η μέρα του Νέου Έτους.
Συντροφιές μασκαρεμένων ανθρώπων γύριζαν το βράδυ της παραμονής στο χωριό από σπίτι σε σπίτι για να πουν τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς.Τα παιδιά όμως έβγαιναν να πουν τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα ανήμερα της γιορτής.
Οι νοικοκυρές των σπιτιών που επισκεπτόμασταν διάλεγαν ένα εύρωστο, όμορφο και με τους δυο γονείς εν ζωή παιδί για να τους κάνει ποδαρικό.Έδιναν πολύ μεγάλη σημασία στο ποιος μπήκε στο σπίτι τους πρρώτος την Πρωτοχρονιά.
Ένα παλιό έθιμο που το βρήκαμε από παλιά και το τηρούσαμε και στα παιδικά μας χρόνια ήταν και το εξής.Όταν πηγαίναμε να πούμε τα κάλαντα στους παππούδες μας παίρναμε μαζί μας και μία πέτρα κατά προτίμηση μεγάλη και βαριά. Λέγαμε τα κάλαντα και αμέσως μετά, με την προσδοκία ενός μεγάλου χαρτζιλικιού, την φράση: «Παππού, όσο βαριά είναι η πέτρα, τόσο βαρύ να είναι και το πορτοφόλι σου».Παίρναμε το νόμισμα φιλώντας το χέρι του παππού και της γιαγιάς και αποχωρούσαμε ικανοποιημένοι. Στα άλλα σπίτια το πενηνταράκι ήταν ικανοποιητικό. Οι εικοσάρες (εικοσάλεπτα) και οι δεκάρες ήταν τα συνήθη φιλοδωρήματα.
Ανήμερα την Πρωτοχρονιά και μετά τον Εκκλησιασμό οι γυναίκες ετοίμαζαν την πίτα που θα έτρωγαν το μεσημέρι. Δεν επρόκειτο για γλύκισμα, αλλά για τυρόπιτα, το γνωστό μπουρέκι, την κατ’ εξοχήν νεστορίτικη πίτα με το ντόπιο τυρί, το βούτυρο και το ξεχωριστό φύλλο,τύπου σφολιάτας, θα λέγαμε σήμερα, που το ‘πλαθαν οι μανάδες μας ξεχωριστό και πεντανόστιμο. Μέσα στην πίτα έβαζαν ένα νόμισμα, ένα κομμάτι ξύλο και ένα κομμάτι άχυρο.Όποιος έβρισκε το νόμισμα θα έφερνε τα λεφτά στο σπίτι. Όποιος έβρισκε το ξύλο, θα κουβάλαγε τα ξύλα της χρονιάς. Όποιος έβρισκε το άχυρο, θα θέριζε, θα αλώνιζε και θα εξασφάλιζε το σιτάρι για την οικογένεια και το άχυρο για τα ζώα.
Ακόμα για την Πρωτοχρονιά σε όλα τα σπίτια και πολύ περισσότερα σε κείνα που γιόρταζαν ετοίμαζαν και γλυκιά πίτα, με σπιτικό φύλλο, καρύδια και βούτυρο. Η πίτα αυτή(τύπου μπακλαβά) ήταν στριφτή,τυλιχτή και ιδιαίτερα νόστιμη και προσφέρονταν στους επισκέπτες. Γιατί το βράδυ της μέρας αυτής οι συντροφιές μασκαρεμένων, και όχι μόνο, επισκέπτονταν ομαδικά τα σπίτια που είχαν Βασίληδες και Βασιλικές για να ευχηθούν στους εορτάζοντες. Εκεί γινόταν γλέντι, όπου το τραγούδι και ο χορός καλά κρατούσαν.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης και δεύτερης ημέρας οι συντροφιές μασκαρεμένων γύριζαν σε όλο το χωριό.Τα παλαιότερα χρόνια με μουντζουρωμένα από καπνιά πρόσωπα, έχοντας κρεμασμένα κουδούνια και τορβάδες με στάχτη περιέπαιζαν και πασπάλιζαν, όποιον συναντούσαν μπροστά τους. Αργότερα περιφέρονταν χωρίς στάχτες, μόνο με κουδούνια για να κάνουν ντόρο στο χωριό. Όμως το αποκορύφωμα του Καρναβαλιού ήταν την 2η μέρα στην πλατεία του χωριού.Μετά από τις πορείες των καρναβαλιστών στους δρόμους των δύο οικισμών,Άνω και Κάτω Νεστορίου, με τη συνοδεία λαϊκών οργάνων,κρουστών και πνευστών όλοι συγκεντρώνονταν στην πλατεία του Άνω Νεστορίου.
Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι ήταν ντυμένοι καρναβάλια, είτε μεμονωμένοι, είτε οργανωμένοι σε ομάδες.΄Εβλεπες τότε τους άντρες να φορούν γυναικεία ρούχα και τις γυναίκες αντρικά,να σχηματίζουν ζευγάρια παράταιρα, όπως τη χοντρή και το Ζαχαρία, που βλέπαμε σε περιοδικό της εποχής, παιδιά μεταμφιεσμένα σε γέρους και γριές, δικηγόρους, γιατρούς και άλλα πρόσωπα και τύπους, που μόνο η φαντασία του καθενός καρναβαλιστή μπορούσε να συλλάβει, να χοροπηδούν, να περιπαίζουν αλλήλους, να γελούν.Οι οργανωμένοι σε ομάδες κάτοικοι παρουσίαζαν διάφορα θέματα όπως την «Καμήλα», τον «Νεστορίτικο γάμο», το «Κόμμα των Βαρελοφρόνων» και άλλα σπαρταριστά θέματα με τα οποία ο κόσμος διασκέδαζε και ψυχαγωγούνταν.Αφού τέλος όλοι οι καρναβαλιστές παρουσίαζαν τα θέματά τους στήνονταν τρικούβερτο γλέντι με τα τοπικά λαϊκά όργανα και με την καθολική συμμετοχή όλων των κατοίκων μέχρι αργά το βράδυ.Στο γλέντι αυτό μετείχαν όλες οι ηλικίες.Στα νεότερα χρόνια το γλέντι συνεχίζονταν ολονύκτιο στην ταβέρνα του μπαρμπα-Γιώργη και στα καφενεία της πλατείας.
Το Καρναβάλι τη δεύτερη μέρα ολοκληρώνονταν στο χωριό μας, αλλά καρναβαλιστές κατά το παλαιό έθιμο κατέβαιναν οργανωμένοι σε ομάδες στην Καστοριά, στα Ραγκουτσάρια, την τρίτη μέρα μετά των Φώτων και του Αγιαννιού, όπου έπαιρναν μέρος στην παρέλαση και στον διαγωνισμό για το ποια ομάδα καρναβαλιστών θα παρουσίαζε το καλύτερο θέμα.Το ίδιο έκαναν και ομάδες από τα άλλα ντόπια χωριά, που γιόρταζαν το καρναβάλι την Πρωτοχρονιά.

Τα Φώτα

Όπως στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας έτσι και στο Νεστόριο ο Αγιασμός γίνονταν για πρώτη φορά σύμφωνα με τη θρησκευτική παράδοση την παραμονή των Θεοφανίων στις Εκκλησίες και του Άνω και του Κάτω Νεστορίου. Στους Ιερούς ναούς ψάλλονταν η ακολουθία των «Μεγάλων Ωρών» και κατόπιν ελάμβανε χώρα ο « Αγιασμός» που την ημέρα αυτή τελείται μέσα στον ναό.
Ο πρώτος αυτός Αγιασμός, λέγεται «μικρός Αγιασμός» ή «Πρωτάγιαση» ή Φώτιση». Μετά την τέλεση του Αγιασμού οι πιστοί έπαιρναν Αγιασμό και τον μετέφεραν στο σπίτι και έπιναν όλα τα μέλη της οικογένειας.Με τον Αγιασμό καθάριζαν τις εικόνες στο εικονοστάσι και οι κοπέλες ράντιζαν τον γοίκο ή γιούκο με τα προικιά τους,και οι μεγάλοι ράντιζαν τα βαρέλια με τα κρασιά και τα τουρσιά στα υπόγεια των σπιτιών τους και τέλος τους κήπους, τα αμπέλια και τα χωράφια για να τους χαρίσουν άφθονο τον καρπό τους και να είναι πλούσια η σοδειά.
Ο ιερέας επίσης κρατώντας ένα μικρό κακαβάκι με Αγιασμό, το Σταυρό και ένα κλωνί ξηρό βασιλικό γύριζε όλα τα σπίτια του χωριού και «αγίαζε» ή «φώτιζε» (ράντιζε) τους ενοίκους και τους χώρους των σπιτιών.Όλοι νήστευαν τη μέρα αυτή και περίμεναν τον ιερέα να φέρει τον Αγιασμό και να τους ευλογήσει.
Ένα παμπάλαιο έθιμο που έχει να κάνει με τη νηστεία της ημέρας είναι το εξής, όπως μου το διηγήθηκε ο παππούς μου Αλέξανδρος Πούνης.Η παραμονή των Φώτων ήταν μέρα νηστείας που την κρατάγανε όλοι.Δεν τρώγανε ούτε λάδι.Το βραδινό τους φαγητό ήταν οι πιτούλκες, δηλ. λαγκίδες ψημένες στην πλάκα(Σήμερα θα τις αποκαλούσαμε κρέπες).
Οι γυναίκες ανακάτευαν αλεύρι, αλάτι και χλιαρό νερό και ετοίμαζαν έναν παχύρρευστο χυλό.Άναβαν φωτιά στο τζάκι, έβαζαν την πυροστιά και από πάνω μια πλάκα διαλεγμένη για το σκοπό αυτό, ώστε να αντέχει στη φωτιά και να μη σπάει. Όταν η πλάκα καίγονταν την σκούπιζαν καλά για να είναι καθαρή και με το κουτάλι έρριχναν επάνω και άπλωναν με κυκλικές κινήσεις τον χυλό.Περίμεναν να ψηθεί από τη μιά, την γύριζαν με το ξύστρο και από την άλλη και καλοψημένες τις έβαζαν μέσα με πανέρι στρωμένο με καθαρό πανί και τις σκέπαζαν.
Όταν τελείωναν το ψήσιμο ετοίμαζαν ένα είδος «σιρόπι» με χλιαρό νερό και κοπανισμένα καρύδια που τα έβραζαν για λίγη ώρα και μέσα βουτούσαν μία μία τις λαγγίδες για να βραχούν και να μαλακώσουν.Βγάζοντάς τες τις έβαζαν μέσα σε καθαρό ταψί τη μία πάνω στην άλλη σαν σε θημωνιά.Στο τέλος έμπηγαν μέσα στις λαγκίδες ένα κουτάλι.
Ο τρόπος που τις έτρωγαν ήταν διασκεδαστικός.Πάνω στον χαμηλό σοφρά έβαζαν το ταψί και κάθονταν όλοι γύρω γύρω. Ο καθένας έπαιρνε με τη σειρά του από μία πιτούλκα προσεκτικά χωρίς να κουνήσει το κουτάλι.Σε όποιου όμως την πιτούλκα έμενε το κουτάλι αυτός θα ήταν ο αλωνιστής της χρονιάς.»
Την επομένη, ανήμερα των Θεοφανίων, στο Νεστόριο ήταν τα παλαιότερα χρόνια «Μονοκκλησιά», δηλ. τα Φώτα γιορτάζονταν πάντα μόνο στο Κάτω Νεστόριο και η λειτουργία γινόταν στην Εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, που βρίσκεται στον Κάτω Μαχαλά, δίπλα στον Αλιάκμονα. Η μέρα ξεκινούσε με τον εκκλησιασμό των πιστών. Οι γυναίκες και οι νέες κοπέλες πήγαιναν στην εκκλησία κρατώντας από μία κανάτα μέσα στην οποία υπήρχαν καρύδια και ένα κλωνάρι ξηρός βασιλικός.
Μετά τη θεία λειτουργία που τελούνταν εντός του Ναού,σχηματίζονταν πομπή: πρώτα πήγαιναν τα Εξαπτέρυγα, μετά ο ιερέας και οι ψάλτες και κατόπι με όλον τον κόσμο να ακολουθεί κατέβαιναν, παρά τα χιόνια και τους πάγους, στη γέφυρα του ποταμού για την αναπαράσταση της Βάπτισης του θεανθρώπου.Ο Ιερέας οι ψάλτες και τα εξαπτέρυγα στέκονταν στη μέση της γέφυρας. Ο κόσμος έπιανε τις όχθες του ποταμού ή ανέβαινε ο καθένας όπου εύρισκε, για να μπορεί να βλέπει την κατάδυση και το πιάσιμο του Σταυρού.
Μετά τις σχετικές ευχές ο ιερέας έρριχνε στα ορμητικά και παγωμένα νερά του Αλιάκμονα τον Σταυρό, μέσα σε ένα μαγευτικά κάτασπρο, όσο και παγωμένο τοπίο.Γιατί τις περισσότερες χρονιές ο καιρός ήταν βαρύς, χειμωνιάτικος.Το χιόνι έφτανε και το ένα μέτρο, ενώ από τη γέφυρα και τα παραποτάμια δέντρα κρέμονταν κρύσταλλα και πάγοι. Παρά ταύτα κάποιοι νέοι, τολμηροί και αποφασισμένοι, αψηφώντας το κρύο έπεφταν στα αφρίζοντα νερά για να πιάσουν τον Σταυρό. Ο τυχερός που κατάφερνε να τον πιάσει, αφού τον ασπάζονταν, τον παρέδιδε στον ιερέα για να τον ασπαστούν οι πιστοί.Εκείνος που θα έπιανε πρώτος τον σταυρό θεωρούνταν και θεωρείται τυχερός και ευλογημένος και θα είχε την ευλογία και υγεία όλον τον χρόνο.Στη συνέχεια μαζί με τους άλλους νέους τον περιέφεραν σε όλα τα σπίτια του χωριού και συγκέντρωναν χρήματα που τα πρόσφεραν οι πιστοί.
Οι γυναίκες μετά την Εκκλησία επέστρεφαν στα σπίτια τους μεταφέροντας στις κανάτες τους αγιασμένο νερό του ποταμού και άδειαζαν το περιεχόμενό τους -αγιασμό, καρύδια και βασιλικό - μέσα σε ένα βαθύ πήλινο ή μεταλλικό σκεύος.Πριν από το φαγητό, κάθε ένα μέλος της οικογένειας έσπαζε ένα καρύδι για να δει την πορεία της υγείας του.Αν το καρύδι ήταν γερό, σήμαινε ότι θα ήταν όλο τον χρόνο υγιής, αν όχι, ότι θα τον εύρισκαν αρρώστιες.Με τον Αγιασμό της μέρας επίσης έβρεχαν τα εργαλεία τους οι μαστόροι και οι θεριστές. Σφυριά, σκεπάρνια, καλέμια μαζί με τα δρεπάνια τα έβαζαν σε μεγάλη σκάφη και τα άφηναν μέσα για λίγη ώρα.Επίσης πήγαιναν στις βρύσες του χωριού και γέμιζαν τα γκιούμια, τις μπούκλες και τις στάμνες με το αγιασμένο νερό.
Το βράδυ των Φώτων και στο Καφενείο του Γρουγιάννη  γινόταν το γλέντι των γερόντων που διατηρήθηκε μέχρι τα τελευταία χρόνια.Σε αυτό μετείχαν μόνο οι ηλικιωμένοι που διατηρούσαν το δικαίωμα στη χαρά, στη διασκέδαση και στο ξεφάντωμα.

Του Άη Γιάννη

Τις μέρες αυτές τις γιορτινές μέσα στο καταχείμωνο, που ο Νεστορίτης τις βίωνε και συμμετείχε, έκλειναν με μία ακόμα θρησκευτική οικογενειακή γιορτή. Ήταν η γιορτή του Άη Γιάννη, η τελευταία του Δωδεκαημέρου.
Ομάδες Νεστοριτών που τις απάρτιζαν οικογένειες συγγενών και φίλων είχαν από μία εικόνα του Άη Γιάννη ή έναν Σταυρό.Η εικόνα αυτή κατά το έθιμο έπρεπε να μείνει για να φιλοξενηθεί στο σπίτι κάθε μιας από τις οικογένειες της ομάδας για ένα χρόνο.
Ανήμερα της γιορτής το απόγευμα πήγαιναν στο σπίτι της οικογένειας που την είχε κρατήσει τον προηγούμενο χρόνο.Προηγούνταν μία τελετή στην οποία ο ιερέας διαβάζε ευχές από το εορτολόγιο του αγίου Ιωάννη. Ακολουθούσε κοινό δείπνο για το οποίο, εκτός από τις ετοιμασίες σε φαγητό που είχε στο μεταξύ ετοιμάσει η νοικοκυρά του σπιτιού, ο καθένας συνεισέφερε ό,τι μπορούσε: Φαγητό, Ψωμί, κρασί μέσα στην ειδική ξύλινη μπούκλα και άλλα.Το κοινό δείπνο ολοκληρώνονταν με τραγούδι και χορό.Στο τέλος μετέφεραν την εικόνα στο επόμενο σπίτι για να φιλοξενηθεί τον τρέχοντα χρόνο.
Επειδή, όταν προσκυνούσαν την εικόνα, έδιναν και κάποια χρήματα, το ποσό που συγκέντρωναν το διέθεταν για αγαθοεργίες και ενίσχυση των οικονομικά αδυνάτων.Η γιορτή ολοκληρώνονταν με την προσφορά κερασμάτων από την νοικοκυρά του σπιτιού που δεχόταν την εικόνα.Αργά μετά τα μεσάνυχτα διαλύονταν η συντροφιά για να επιστρέψει ο καθένας στο σπιτικό του έχοντας λάβει την ευλογία του Αγίου.

Η Αποκριά

Ξεχωριστή θέση στην ζωή των Νεστοριτών είχε ο εορτασμός της Αποκριάς. Δεν είχε όμως καμία σχέση με μασκαρέματα, σκωπτικά πειράγματα και διάφορους υπαινιγμούς,με γλέντια και χορούς. Αυτά άλλωστε τα γιορτάζουμε την Πρωτοχρονιά.
Η Αποκριά γιορτάζονταν στα πλαίσια που η χριστιανική πίστη επιβάλλει σε συνδυασμό με κάποια έθιμα μη χριστιανικά, ενταγμένα όμως στο νόημα της γιορτής.Αναφέρομαι στην Κυριακή της Τυρινής, την Μεγάλη Αποκριά, όπως την λέμε στο Νεστόριο.Το πρωί της Κυριακής όλοι παρακολουθούσαν τη Θεία Λειτουργία και μετά οι νοικοκυρές μαγείρευαν φαγητά με τυρί και γάλα κυρίως, όπως π.χ. γαλατόπιττες και παράλληλα έβαφαν κίτρινα αυγά με τα φύλλα ξηρού κρεμμυδιού.
Το βράδυ οι οικογένειες συγκεντρώνονταν στο σπίτι των γονέων τους και όλοι μαζί έτρωγαν σε κοινό τραπέζι ό,τι αρτύσιμο είχε περισσέψει από το μεσημέρι, διότι την επομένη ξεκινούσε η νηστεία.Το φαγητό τελείωνε με το «χάσκαρι».Ο παππούς συνήθως ή, όταν δεν υπήρχε, ο μεγαλύτερος της οικογένειας έπαιρνε ένα από τα κίτρινα αυγά, το καθάριζε και το έδενε στο άκρο μιας κλωστής, ενώ το άλλο της άκρο το έδενε στον πλάστη.Στη συνέχεια κούναγε τον πλάστη έτσι ώστε κάθε φορά το κρεμασμένο αυγό να φτάνει στο ανοικτό στόμα του καθενός.Όποιος κατάφερνε να πιάσει με το στόμα του το αυγό χωρίς την βοήθεια των χεριών του ήταν ο νικητής και το έτρωγε.Το έθιμο δήλωνε ότι με το αυγό αυτό έκλεινε το στόμα των ανθρώπων εν όψει της Νηστείας και ότι θα ξανάτρωγαν αυγό το Πάσχα.
Ακολουθούσε η πιο ουσιαστική στιγμή της βραδιάς, τότε δηλαδή που ο καθένας από τους παρισταμένους ζήταγε από τον άλλο συγχώρεση. Αντάλλασσαν ασπασμούς μεταξύ τους και με τον τρόπο αυτό πίστευαν ότι, παίρνοντας την συγχώρεση από τους άλλους και συγχωρώντας τους οι ίδιοι, ήταν έτοιμοι να μπουν στην Σαρακοστή και να ξεκινήσουν τη μεγάλη Νηστεία, την οποία κράταγαν μέχρι το Πάσχα.Έχουν μείνει ακόμα στο λεξιλόγιο των Νεστοριτών οι φράσεις όπως «πάμε για συγχώρεση» και «έλα να συγχωρεθούμε» που χρησιμοποιούνται σε περιπτώσεις παρεξηγήσεων της καθημερινότητας και διαφορών που επιλύονται με καλή διάθεση.
Ακολουθούσε το άναμμα της «Μπουμπούνας».Οι νέοι των συνοικιών συγκέντρωναν από τις προηγούμενες ημέρες ξύλα, κέδρους και κλαδιά δέντρων και τα έστηναν σε ανοικτούς χώρους, έτσι ώστε να κάνουν την ψηλότερη και τη μεγαλύτερη σε όγκο Μπουμπούνα.Στο θέμα αυτό υπήρχε μεγάλος συναγωνισμός, όπως επίσης και στο ποια γειτονιά θα κατάφερνε να ανάψει την Μπουμπούνα της τελευταία.Γιατί γινόταν πολλές προσπάθειες από τα παιδιά της μιας γειτονιάς να πηγαίνουν στην Μπουμπούνα της άλλης για να καταφέρουν με δόλο να της βάλουν φωτιά, ενώ οι άλλοι προσπαθούσαν να τη διαφυλάξουν απωθώντας τους «ανεπιθύμητους εμπρηστές». Οι χωριανοί παρακολουθούσαν το άναμμα της φωτιάς καθήμενοι γύρω γύρω και απολαμβάνοντας τη ζέστη, γιατί πάντα κάνει κρύο τις Απόκριες στο Νεστόριο, και, όταν η φωτιά έπεφτε, συνήθιζαν να πηδούν πάνω από τις φλόγες και τα κάρβουνα για να «φύγουν οι ψείρες», όπως συνήθιζαν να λένε.Η σημασία όμως αυτής της κίνησης δεν ήταν άλλη από μια μορφή καθαρμού και του σώματος ως συνέχεια της συγχώρησης και του ξαλαφρώματος της ψυχής που είχε προηγηθεί.
Την επόμενη μέρα, Καθαρά Δευτέρα, το πρωί οι νοικοκυρές έβγαζαν στις αυλές των σπιτιών όλα τα μαγειρικά σκεύη, κατσαρόλες, τηγάνια, ταψιά κλπ.για να τα καθαρίσουν με νερό, άμμο και στάχτη, ώστε να απαλλαγούν από κάθε ρύπο και καθαρά να μπουν στη θέση τους.Αυτό ήταν το νόημα της ημέρας.Να καθαριστούν όλα τα σκεύη από τα λίπη για να χρησιμοποιηθούν ακίνδυνα την περίοδο της μεγάλης Νηστείας που ακολουθούσε.
Τα νεώτερα χρόνια καθιερώσαμε τα παιδιά μετά το μεσημέρι και μετά την επιβεβλημένη καθαριότητα την έξοδό μας στην εξοχή, όπου τρώγαμε τα ελάχιστα νηστίσιμα φαγητά όπως ψωμί, ελιές, χαλβά, αν υπήρχε, κανά κρεμμύδι, θρεψίνη κ.λπ.

Η... Μπουμπούνα

Η Μεγάλη Εβδομάδα

Η Μεγάλη Εβδομάδα ήταν περίοδος προετοιμασίας για τον εορτασμό του Πάσχα.Τις πρώτες μέρες παράλληλα με τις γεωργικές αγροτικές εργασίες τους που δεν διακόπτονταν λόγω εποχής έκαναν τη σχετική καθαριότητα, ετοίμαζαν το σπίτι και μεριμνούσαν για το φαγητό της μέρας μια και η περίοδος που διένυαν ήταν νηστειών.
Το πρωί της Μ. Πέμπτης έβαφαν τα κόκκινα αυγά.Όταν τελείωναν τη διαδικασία της βαφής άπλωναν στο μπαλκόνι του σπιτιού τους ένα κόκκινο πανί, φλοκάτη ή κουβέρτα που φανέρωνε τη ολοκλήρωση της βαφής.
Από τη Μ. Πέμπτη ουσιαστικά άρχιζε και η έντονη συμμετοχή στις ακολουθίες των Παθών.Το βράδυ της Μ. Πέμπτης παρακολουθούσαν την ανάγνωση των 12 ευαγγελικών περικοπών που αφηγούνταν την προδοσία από τον Ιούδα, τη σύλληψη και τη Σταύρωση του Θεανθρώπου.Το βράδυ αυτό οι μανάδες που τα αρσενικά παιδιά τους επρόκειτο να στρατευθούν προσέρχονταν στην Εκκλησία κρατώντας δώδεκα κεράκια ένα για το κάθε Ευαγγέλιο.Το άναβαν, όταν άρχιζε η ανάγνωση, και το έσβηναν, όταν ολοκληρώνονταν.Στο σπίτι αργότερα έκοβαν από ένα μικρό κομματάκι του κεριού το κοντινό στην κάφτρα του και με τα δώδεκα κομματάκια του αγιασμένου κεριού έκαναν ένα φυλαχτό για το παιδί τους που θα υπηρετούσε την πατρίδα.
Το βράδυ αυτό μεγάλες σε ηλικία γυναίκες έμεναν μέσα στην Εκκλησία και ξενύχταγαν τον Σταυρωμένο Ιησού, όπως έκαναν άλλωστε και στα προσφιλή τους πρόσωπα που χάνονταν.
Το πρωί της Μ.Παρασκευής στόλιζαν τον Επιτάφιο με τα αγριολούλουδα της υπαίθρου και παρακολουθούσαν την Αποκαθήλωση.Το βράδυ γινόταν η περιφορά του Επιταφίου και η συνάντηση των Επιταφίων των δύο συνοικιών,Άνω και Κάτω στο μέσον τοων δύο χωριών.Μετά την αναφώνηση ευχών για υγεία των κατοίκων και ευημερία του τόπου οι δύο Επιτάφιοι επέστρεφαν στην Εκκλησία και μοιράζονταν τα άνθη τους στους πιστούς για ευλογία.
Ανήμερα του Μεγάλου Σαββάτου, το πρωί, γινόταν η πρώτη Ανάσταση όπου κοινωνούσαν τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι, που δεν θα άντεχαν να παρακολουθήσουν την ακολουθία της Αναστάσεως τα μεσάνυχτα που κράταγε αρκετά.Τότε μετά το χαρμόσυνο χτύπο της καμπάνας στις 11 πριν τα μεσάνυχτα προσέρχονταν όλοι στην Εκκλησία με τη λαμπάδα τους και δύο αυγά στις τσέπες εκ των οποίων το ένα κόκκινο και το άλλο λευκό(άβαφο).΄Επαιρναν το Άγιο Φως και μετά το «Χριστός Ανέστη» έφευγαν για τα σπίτια τους, αφού εύχονταν ο ένας στον άλλο τα «Χρόνια πολλά» και έσπαζαν το άσπρο αυγό στο περιθύρωμα της εξωτερικής πόρτας του Ναού σχηματίζοντας σταυρό για καλή υγεία.Το Άγιο Φώς το μετέφεραν στο σπίτι και άναβαν το καντήλι στο εικονοστάσι. Τρώγανε τη μαγειρίτσα, τσούγκριζαν τα κόκκινα αυγά και αποσύρονταν για ύπνο.

Κυριακή του Πάσχα

Όλος ο κόσμος ήταν χαρούμενος, γιατί βίωνε τη γιορτή του Πάσχα.Το κρέας ή το σφάγιο, όταν υπήρχε και όχι κατ΄ανάγκη αρνί, αλλά οποιοδήποτε κρέας, έμπαινε στη γάστρα ή στον ξυλόφουρνο για το μεσημεριανό φαγητό.Το σούβλισμα ήταν άγνωστο στο χωριό.Μαζεύονταν όλοι για να συμφάγουν, τσούγκριζαν τα αυγά και εύχονταν τα καλύτερα και κυρίως υγεία.Οι νιόπαντροι το απόγευμα της μέρας αυτής συνήθιζαν να επισκέπτονται τους γονείς της νύφης για να ανταλλάξουν ευχές, γιατί ζούσαν στο σπίτι του γαμπρού μαζί με τους γονείς του.
Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα τελούνταν μόνο εσπερινός της Αγάπης.Οι γυναίκες του χωριού, όταν πήγαιναν στην Εκκλησία, φορούσαν τα καλά τους φορέματα.Τα φορέματα αυτά, που τα είχαν φυλαγμένα όλο το χρόνο στο σεντούκι, ήταν υφασμένα στον αργαλειό.Είχαν σφικτή μέση, μαύρο βελούδο στο στήθος, στον ποδόγυρο και στο τελείωμα τν μανικιών που ήταν μακριά. Η φούστα στο κάτω μέρος είχε μεγάλες πιέτες, που άνοιγαν με το περπάτημα και έδιναν ιδιαίτερη χάρη σε όσες τα φορούσαν, πολύ περισσότερο δε, αν ήταν ψηλές και λεπτές.Και πάλι φορώντας τα καλά τους φορέματα, έβγαιναν το απόγευμα μετά τον εσπερινό της Αγάπης στο αλώνι του Ζούρλα, πίσω από το παλιό κτίριο της Κοινότητας του Άνω Νεστορίου, ή και σε άλλα χοροστάσια του Άνω και Κάτω Νεστορίου και χόρευαν χορούς νεστορίτικους τραγουδώντας.
Τα πιο συνηθισμένα τραγούδια ήταν το :
«Ήρθε και έφυγε το Πάσχα.
Ό,τι άφησε να το ξαναβρεί...»
Τραγούδι που αναφέρονταν καθαρά στο Πάσχα, στις ψυχές των νεκρών, αλλά και στη συνέχεια της ζωής για τους ζωντανούς.
Επίσης τραγουδούσαν και το:
-«Στον μεγάλο δρόμο Τούρκοι διάβαιναν.
Τούρκοι ήταν Κολωνιάτες μάνα μου»

-«Τι τάχα κουβάλαγαν οι Τούρκοι;»

-«Τρεις σειρές αλυσοδεμένους ανθρώπους, αιχμαλώτους».

-«Τι ήτανε στην πρώτη αλυσίδα»;

-«Στην πρώτη ήταν νιοι ανύπαντροι».

-«Τι ήτανε στη δεύτερη αλυσίδα;»

-«Στη δεύτερη ήταν κορίτσια ανύπαντρα».

-«Τι ήτανε στην τρίτη αλυσίδα»;

-«Στην τρίτη ήταν μικρά παιδάκια...» κ.λ.π.

που το τραγουδούσαν με τη μορφή στιχομυθίας, δηλ. ερωτήσεως - απαντήσεως.
Αυτός ο χορός των γυναικών επαναλαμβάνονταν και τις δύο επόμενες μέρες του Πάσχα μέχρι τον αποχαιρετισμό του,το απόγευμα της τρίτης μέρας. Και την επομένη μέρα οι γυναίκες με βελόνα και κλωστή έραβαν τις πιέτες των φορεμάτων τους για να μη χαλάσουν και τα έβαζαν στο σεντούκι με φυτικά αντισκωρικά για να τα ξαναφορέσουν το άλλο Πάσχα.
Τα νεώτερα χρόνια και πάλι το απόγευμα μετά το σχόλασμα της Αγάπης γινόταν λαϊκό γλέντι με τους πάντες, άντρες και γυναίκες, να μετέχουν στο χορό, που λάβαινε πλέον χώρα στην πλατεία του Άνω Νεστορίου με τη συνοδεία λαϊκών οργάνων και με πρώτο χορό το γνωστό μας «Μπεράτσε», που το χόρευαν οι γεροντότεροι και απαιτούσε ιδιαίτερη τεχνική.
Μια πολύ αγαπημένη συνήθεια των ιερέων και των πιστών ήταν η επίσκεψη στα ξωκκλήσια την εβδομάδα της Διακαινησίμου, δηλ.μετά το Πάσχα και μέχρι την Κυριακή του Θωμά.Κάθε μέρα ο ιερέας μετέβαινε για να λειτουργήσει και σε ένα ξωκκλήσι όπως τον Άγιο Γεώργιο, τον ΄Αγιο Μηνά, Το Μοναστήρι της Τσούκας κ.λπ.Η προσέλευση των πιστών ήταν μεγάλη και η χαρά των παιδιών απερίγραπτη μέσα στην ανοιξιάτικη φύση.Μετά τη λειτουργία στρώναμε στο γρασίδι τσουγκρίζαμε τα αυγά και κολατσίζαμε τα φαγητά που είχαμε μαζί μας.Αργά το μεσημέρι επιστρέφαμε χαρούμενοι και ηλιοκαμένοι στο χωριό και τα σπίτια μας.
Μία ακόμα πολύ ευχάριστη δραστηριότητα συνδεδεμένη με την Άνοιξη και τις ημέρες του Πάσχα, που την ενθυμούμαι από τα μικρά παιδικά μου χρόνια, είναι η εξής:Νέα αγόρια, έφηβοι και λίγο μεγαλύτεροι, κατασκεύαζαν την μεγάλη Εβδομάδα τις κούνιες στο λοφάκι του Κέλιε( Αντωνιάδης Αντώνης, Ανδριόπουλοι), πίσω από το εκκλησάκι των Ταξιαρχών, στην Τούμπα(Κάδρας Παύλος, Αδελφοί Λαμπρινού, Γιουπαίοι), στο Δημόσιο(Μαρκοπουλαίοι) και αλλού.Η κούνια αυτή ήταν ξύλινη.Σε δύο όρθια χοντρά ξύλα κάθετα μπηγμένα στη γη, πολύ καλά στερεωμένα και παράλληλα μεταξύ τους, τοποθετούνταν ένα οριζόντιο, επίσης ισχυρό ξύλο γύρω από το οποίο περιστρέφονταν δύο μεγάλες γρεντιές(κινούμενες πάνω κάτω) στις άκρες των οποίων υπήρχαν δύο κούνιες. Όταν η μία κούνια ήταν στο έδαφος, η άλλη ήταν ακριβώς πάνω από το οριζόντιο ξύλο, που καθώς περιστρέφονταν άλλαζαν οι θέσεις τους. Παιδιά πηγαίναμε για να κουνηθούμε, ουσιαστικά να απολαμβάνουμε αυτό το πάνω-κάτω με την περιστροφή του οριζόντιου ξύλου και πληρώναμε τους κατασκευστές της όχι με χρήματα, αλλά με ένα κόκκινο αυγό.

Παραδοσιακό χορευτικό του χωριού
Γυναικεία Παραδοσιακή Στολή
Ανδρική Παραδοσιακή Στολή
Πανηγύρι στο Νεστόριο


Άλλες θρησκευτικές γιορτές

Κάποιες από τις μεγάλες θρησκευτικές εορτές της Εκκλησίας μας εορτάζονταν στο Νεστόριο από πολύ παλιά με τον δικό τους τρόπο και είχαν το δικό τους συμβολισμό και νόημα.Είναι χαρακτηριστικό ότι σ’ αυτές δεν εόρταζαν όλοι οι κάτοικοι, αλλά μόνο μερικές οικογένειες διαφορετικές σε κάθε εορτή.Οι οικογένειες αυτές έκαναν τραπέζι και καλούσαν τους στενούς τους συγγενείς στα σπίτια τους για να συνεορτάσουν. Το έθιμο αυτό έλκει την καταγωγή του από την εποχή που οι Νεστορίτες ζούσαν στους πέριξ οικισμούς, πριν ιδρυθεί ως ενιαίο χωριό το Νεστόριο, γεγονός που θεωρείται ότι συντελέστηκε στις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αι. ή στην αρχή του 19ου αι.(1760-1800) με βάση τα στοιχεία που διαθέτουμε μέχρι τώρα.
Οι οικογένειες που παραδοσιακά εόρταζαν τη συγκεκριμένη εορτή συνήθιζαν να προσκαλούν τους πλησιέστερους συγγενείς τους κυρίως, αλλά και τους φίλους τους στο σπίτι από την παραμονή. Σε όσους έμεναν μακριά παρείχαν τη δυνατότητα να διανυκτερεύουν μαζί τους.Ανήμερα της εορτής εκκλησιάζονταν όλοι μαζί, το μεσημέρι συνέτρωγαν και μετά διασκέδαζαν τραγουδώντας ντόπια πολυφωνικά τραγούδια. Όταν ήρθαν οι «ρωμά» στο χωριό γλένταγαν και με τα κλαρίνα.
Ο οικογενειακός αυτός εορτασμός με την καθολική συμμετοχή των συγγενών ήταν πολλαπλά ευεργετικός για τους συμμετέχοντες: Ο κοινός εκκλησιασμός με τον οποίο εκδήλωναν την τιμή και το σεβασμό τους στον εορτά-ζοντα Άγιο ενίσχυε την πίστη και το θρησκευτικό τους συναίσθημα.Το κοινό τραπέζι και η αγαστή συνύπαρξη των συγγενών για δυο μέρες στα φιλόξενα σπίτια των συγγενών τους βοηθούσε στη σύσφιξη των συγγενικών σχέσεων και ενίσχυε το σεβασμό στο θεσμό της οικογένειας.Ο καθένας μπορούσε να υπολογίζει στον δικό του συγγενή και να μοιράζεται μαζί του χαρές και λύπες.Ακόμη η συμμετοχή με γέλια και τραγούδια - που δεν στηρίζονταν στα υλικά αγαθά, γιατί έτσι κι αλλιώς ήταν πενιχρά – συνέβαλε στην ευχάριστη διάθεση και στη χαλάρωση των συμ-μετεχόντων, που βίωναν τη δύσκολη καθημερινότητα με αγώνα και σκληρή βιοπάλη.
Μερικές από τις εορτές αυτές είναι οι:
  • Της Αγίας Τριάδας
  • Του Δεκαπενταύγουστου
  • Των Ταξιαρχών
  • Των Εισοδίων της Θεοτόκου (Τσιρουνάρκα)
  • Του Αγίου Νικολάου
  • Των Σαράντα Μαρτύρων
Αυτά είναι τα περισσότερα από τα έθιμα που συνδέονται με τις μεγάλες θρησκευτικές γιορτές. Μερικά από αυτά ξεχάστηκαν, τα πιο πολλά όμως επιβιώνουν μέχρι και σήμερα. Βέβαια έθιμα υπάρχουν και πολλά άλλα, που έχουν σχέση με την καθημερινότητα των κατοίκων, τις ασχολίες τους και τις κοινωνικές τους σχέσεις.

Απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο της κ. Κάδρα Πλιάκου Στεργιανή - Φιλόλογος.


River Party

Αρχές Αυγούστου του 1978 μια παρέα νέων του Νεστορίου και παιδιά μεταναστών, που ήρθαν για διακοπές στην πατρίδα, αποφάσισε να στήσει το δικό τους πάρτι, στις όχθες του Αλιάκμονα. Η ιδέα αποδείχθηκε εξαιρετική και το πάρτι συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια, με κιθάρες, κασετόφωνα και πολύ κέφι.
Aπό τότε το RIVER PARTY, γίνεται κάθε χρόνο το πρώτο Σαββατοκύριακο του Αυγούστου, αποτελώντας ένα σταθερό και αξιοζήλευτο σημείο αναφοράς, στα πολιτιστικά δρώμενα της χώρας. Άνθρωποι κάθε ηλικίας, από την Ελλάδα και το εξωτερικό, δίνουν ραντεβού κάθε χρόνο στις όχθες του Αλιάκμονα, για να ζήσουν από κοντά την εμπειρία μιας μοναδικής μουσικής συνάντησης. Σε μια από τις πιο μαγευτικές τοποθεσίες της χώρας, οι φίλοι της μουσικής, έχουν την ευκαιρία να ακούσουν γνωστούς αλλά και νέους καλλιτέχνες, που εκπροσωπούν την έντεχνη ποπ, ροκ και λαϊκή μουσική και να συμμετάσχουν στις παράλληλες δραστηριότητες, που διοργανώνονται στο πλαίσιο του RIVER PΑRTY. Οργανωμένες φυσιολατρικές και αθλητικές δραστηριότητες – πεζοπορία, εκδρομές στον Γράμμο, ορειβασία, αναρρίχηση, κανό, κολύμπι, τοξοβολία, αλεξίπτωτο πλαγίας για τους τολμηρούς, πραγματοποιούνται παράλληλα με τις συναυλίες.


Το πάρτι δίπλα στο ποτάμι, αποτελεί πόλο έλξης, για χιλιάδες ανθρώπους, που τους συνδέουν, η αγάπη για τη φύση και τη μουσική – ένα γεγονός που χαρίζει σπάνιες στιγμές κεφιού και ξεγνοιασιάς, μοναδικές εμπειρίες και μαγευτικές αναμνήσεις, με φόντο ένα πανέμορφο τοπίο.

Πληροφορίες και φωτογραφίες από:
λεύκωμα " ένα παράθυρο στο χθες και  σήμερα του Νεστορίου" με τη ματιά του Κώστα Σουλτανίδη
βιβλίο "Γνωριμία με το Νεστόριο Καστοριάς" του Μιχαήλ Ι. Κωστόπουλου